- -άδης
- (θηλ. -άδα)κατάληξη πατρωνυμικών και μητρωνυμικών ονομάτων, που σημαίνουν γιο, κόρη ή, γενικά, απόγονο, όπως Ασκληπιός -άδης, Τελαμών -ιάδης κ.λπ.πρβλ. νεώτ. Γεώργιος -άδης, Δημήτριος -άδης.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ᾅδης — ao masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Άδης — Ο θεός του Κάτω Κόσμου και ο Κάτω Κόσμος. Ο θεός Ά. ήταν γιος του Κρόνου και της Ρέας, που πήρε μερίδιό του τον Κάτω Κόσμο, όταν έγινε η διανομή της εξουσίας του κόσμου, μετά τον πόλεμο των θεών με τους Τιτάνες. Οι αδελφοί του, Ζευς και Ποσειδών … Dictionary of Greek
Άδης — ο ο τόπος που πάνε οι ψυχές ύστερα από το θάνατο, ο κάτω κόσμος, σκοτάδι, μαυρίλα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Ἄδης — Ἄδα fem gen sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἅδης — ἔδης , δέω 1 bind imperf ind act 2nd sg (doric aeolic) ἔδης , δέω 2 lack imperf ind act 2nd sg (doric aeolic) ἔδης , δεῖ there is need imperf ind act 2nd sg (doric ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ᾄδῃς — ἀείδω il.Parv.. pres subj act 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἅιδη — ᾍδης masc voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἅιδην — ᾍδης masc acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἅιδης — ᾍδης masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἅιδου — ᾍδης masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)